Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀγριάς
ἀγριαχράς
ἀγριάω
ἀγρίδιον
ἀγριελαία
ἀγριελάινος
ἀγριέλαιος
ἀγριεύω
ἀγρίζω
ἀγριμαῖος
ἀγριμέλισσα
ἀγριοαππίδιον
ἀγριοβάλανος
ἀγριόβουλος
ἀγριοδαίτης
ἀγριόεις
ἀγριόθυμος
ἀγριοκάναβος
ἀγριοκάρυον
ἀγριοκινάρα
ἀγριοκύμινον
View word page
ἀγριμέλισσα
wasp
ShortDef
wasp
Debugging
Headword:
ἀγριμέλισσα
Headword (normalized):
ἀγριμέλισσα
Headword (normalized/stripped):
αγριμελισσα
IDX:
734
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-735
Key:
Data
{'content': 'wasp'}