Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προεγκωμιάζω
προεγχαράσσω
προεγχειρέω
προεγχειρίζομαι
προεγχρίω
προεγχυματίζω
προέδρα
προεδρεύω
προεδρία
προεδρική
πρόεδρος
προεέργω
προεθίζω
προεθιστέον
προεῖδον
προειδωλοποιέω
προεικάζω
πρόειμι
πρόειμι2
προεῖπον
προειρηνεύω
View word page
πρόεδρος
one who sits in the first place, a president

ShortDef

one who sits in the first place, a president

Debugging

Headword:
πρόεδρος
Headword (normalized):
πρόεδρος
Headword (normalized/stripped):
προεδρος
IDX:
73436
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73437
Key:

Data

{'content': 'one who sits in the first place, a president'}