Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προδρομή
πρόδρομος
προδύνω
προδύομαι
πρόδυσις
προδυστυχέω
προδυσωπέω
προδωρέομαι
προδωσείω
προδωσέταιρος
προδωσίκομπος
προέγγονος
προεγγράφομαι
προεγγυάομαι
προεγγύησις
προέγγυος
προεγείρω
προεγκάθημαι
προεγκαλέω
προέγκειμαι
προεγκελεύομαι
View word page
προδωσίκομπος
boaster who breaks his word

ShortDef

boaster who breaks his word

Debugging

Headword:
προδωσίκομπος
Headword (normalized):
προδωσίκομπος
Headword (normalized/stripped):
προδωσικομπος
IDX:
73414
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73415
Key:

Data

{'content': 'boaster who breaks his word'}