Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνεπιστρεφής
ἀνεπιστρεψία
ἀνεπίστροφος
ἀνεπίσχετος
ἀνεπίτακτος
ἀνεπίτατος
ἀνεπιτάττω
ἀνεπιτετελεσμένος
ἀνεπίτευκτος
ἀνεπιτευξία
ἀνεπιτέχνητος
ἀνεπιτήδειος
ἀνεπιτηδειότης
ἀνεπιτήδευτος
ἀνεπιτίμητος
ἀνεπίτμητος
ἀνεπιτρέπτως
ἀνεπιτρόπευτος
ἀνεπιφανής
ἀνεπίφαντος
ἀνεπίφατος
View word page
ἀνεπιτέχνητος
without design

ShortDef

without design

Debugging

Headword:
ἀνεπιτέχνητος
Headword (normalized):
ἀνεπιτέχνητος
Headword (normalized/stripped):
ανεπιτεχνητος
IDX:
7339
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7340
Key:

Data

{'content': 'without design'}