Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προδόξασις
πρόδοξος
προδόρπια
προδοσία
πρόδοσις
προδότας
προδοτέον
προδότης
προδοτικός
προδότις
πρόδοτος
προδούλειαι
πρόδουλος
προδουλόω
προδουπέω
προδρομεύω
προδρομή
πρόδρομος
προδύνω
προδύομαι
πρόδυσις
View word page
πρόδοτος
betrayed

ShortDef

betrayed

Debugging

Headword:
πρόδοτος
Headword (normalized):
πρόδοτος
Headword (normalized/stripped):
προδοτος
IDX:
73398
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73399
Key:

Data

{'content': 'betrayed'}