Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προδοματικός
προδομεύς
προδομέω
πρόδομος
πρόδομος2
προδοξάζω
προδόξασις
πρόδοξος
προδόρπια
προδοσία
πρόδοσις
προδότας
προδοτέον
προδότης
προδοτικός
προδότις
πρόδοτος
προδούλειαι
πρόδουλος
προδουλόω
προδουπέω
View word page
πρόδοσις
payment beforehand, money advanced, earnest-money
ShortDef
payment beforehand, money advanced, earnest-money
Debugging
Headword:
πρόδοσις
Headword (normalized):
πρόδοσις
Headword (normalized/stripped):
προδοσις
IDX:
73392
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73393
Key:
Data
{'content': 'payment beforehand, money advanced, earnest-money'}