Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνεπιστρεπτέω
ἀνεπίστρεπτος
ἀνεπιστρεφής
ἀνεπιστρεψία
ἀνεπίστροφος
ἀνεπίσχετος
ἀνεπίτακτος
ἀνεπίτατος
ἀνεπιτάττω
ἀνεπιτετελεσμένος
ἀνεπίτευκτος
ἀνεπιτευξία
ἀνεπιτέχνητος
ἀνεπιτήδειος
ἀνεπιτηδειότης
ἀνεπιτήδευτος
ἀνεπιτίμητος
ἀνεπίτμητος
ἀνεπιτρέπτως
ἀνεπιτρόπευτος
ἀνεπιφανής
View word page
ἀνεπίτευκτος
not hitting the mark, vain

ShortDef

not hitting the mark, vain

Debugging

Headword:
ἀνεπίτευκτος
Headword (normalized):
ἀνεπίτευκτος
Headword (normalized/stripped):
ανεπιτευκτος
IDX:
7337
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7338
Key:

Data

{'content': 'not hitting the mark, vain'}