Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προδιεργάζομαι
προδιερευνάω
προδιερευνητής
προδιέρχομαι
προδιευκρινέω
προδιηγέομαι
προδιήγησις
προδιηθέω
προδιιδρόομαι
προδιίστημι
προδικάζω
προδικασία
προδικαστής
προδικέω
προδικία
πρόδικος
Πρόδικος
προδιοδεύω
προδιοικέω
προδιοίκησις
προδιοικητικός
View word page
προδικάζω
judge beforehand
ShortDef
judge beforehand
Debugging
Headword:
προδικάζω
Headword (normalized):
προδικάζω
Headword (normalized/stripped):
προδικαζω
IDX:
73357
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73358
Key:
Data
{'content': 'judge beforehand'}