Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προδιεξέρχομαι
προδιεορτάζω
προδιεργάζομαι
προδιερευνάω
προδιερευνητής
προδιέρχομαι
προδιευκρινέω
προδιηγέομαι
προδιήγησις
προδιηθέω
προδιιδρόομαι
προδιίστημι
προδικάζω
προδικασία
προδικαστής
προδικέω
προδικία
πρόδικος
Πρόδικος
προδιοδεύω
προδιοικέω
View word page
προδιιδρόομαι
exude before
ShortDef
exude before
Debugging
Headword:
προδιιδρόομαι
Headword (normalized):
προδιιδρόομαι
Headword (normalized/stripped):
προδιιδροομαι
IDX:
73355
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73356
Key:
Data
{'content': 'exude before'}