Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προδιασήπω
προδιασκευή
προδιασκοπέω
προδιασμήχω
προδιασπείρω
προδιαστέλλω
προδιασυνίστημι
προδιασύρω
προδιασφίγγω
προδιατάσσομαι
προδιατείνω
προδιατέμνω
προδιατίθημι
προδιατρίβω
προδιαττάω
προδιατυπόω
προδιαφθείρω
προδιαχρίω
προδιαχωρέω
προδιδάσκω
προδίδωμι
View word page
προδιατείνω
fix in position beforehand

ShortDef

fix in position beforehand

Debugging

Headword:
προδιατείνω
Headword (normalized):
προδιατείνω
Headword (normalized/stripped):
προδιατεινω
IDX:
73334
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73335
Key:

Data

{'content': 'fix in position beforehand'}