Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προδιαμασάομαι
προδιαναπαύω
προδιανοέομαι
προδιαντλέομαι
προδιανύω
προδιαπέμπομαι
προδιαπίπτω
προδιαπλάσσω
προδιαπλέω
προδιαπονέομαι
προδιαπορέομαι
προδιαρθρόω
προδιάρθρωσις
προδιαριθμέομαι
προδιαρπάζω
προδιασαλεύω
προδιασαφέω
προδιασείω
προδιασήπω
προδιασκευή
προδιασκοπέω
View word page
προδιαπορέομαι
to be questioned

ShortDef

to be questioned

Debugging

Headword:
προδιαπορέομαι
Headword (normalized):
προδιαπορέομαι
Headword (normalized/stripped):
προδιαπορεομαι
IDX:
73316
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73317
Key:

Data

{'content': 'to be questioned'}