Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προδιάληψις
προδιαλλάσσω
προδιαλογίζομαι
προδιαλογισμός
προδιαλύω
προδιαμαρτύρομαι
προδιαμασάομαι
προδιαναπαύω
προδιανοέομαι
προδιαντλέομαι
προδιανύω
προδιαπέμπομαι
προδιαπίπτω
προδιαπλάσσω
προδιαπλέω
προδιαπονέομαι
προδιαπορέομαι
προδιαρθρόω
προδιάρθρωσις
προδιαριθμέομαι
προδιαρπάζω
View word page
προδιανύω
accomplish beforehand

ShortDef

accomplish beforehand

Debugging

Headword:
προδιανύω
Headword (normalized):
προδιανύω
Headword (normalized/stripped):
προδιανυω
IDX:
73310
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73311
Key:

Data

{'content': 'accomplish beforehand'}