Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προδιακινέω
προδιακίνησις
προδιακλύζομαι
προδιακονέομαι
προδιαλαμβάνω
προδιαλέγομαι
προδιάλεξις
προδιαληπτέον
προδιάληψις
προδιαλλάσσω
προδιαλογίζομαι
προδιαλογισμός
προδιαλύω
προδιαμαρτύρομαι
προδιαμασάομαι
προδιαναπαύω
προδιανοέομαι
προδιαντλέομαι
προδιανύω
προδιαπέμπομαι
προδιαπίπτω
View word page
προδιαλογίζομαι
discuss previously

ShortDef

discuss previously

Debugging

Headword:
προδιαλογίζομαι
Headword (normalized):
προδιαλογίζομαι
Headword (normalized/stripped):
προδιαλογιζομαι
IDX:
73302
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73303
Key:

Data

{'content': 'discuss previously'}