Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνεπιστάθμευτος
ἀνεπιστασία
ἀνεπιστάτητος
ἀνεπίστατος
ἀνεπιστημονέω
ἀνεπιστημονικός
ἀνεπιστημοσύνη
ἀνεπιστήμων
ἀνεπίστητος
ἀνεπιστρεπτέω
ἀνεπίστρεπτος
ἀνεπιστρεφής
ἀνεπιστρεψία
ἀνεπίστροφος
ἀνεπίσχετος
ἀνεπίτακτος
ἀνεπίτατος
ἀνεπιτάττω
ἀνεπιτετελεσμένος
ἀνεπίτευκτος
ἀνεπιτευξία
View word page
ἀνεπίστρεπτος
without turning round

ShortDef

without turning round

Debugging

Headword:
ἀνεπίστρεπτος
Headword (normalized):
ἀνεπίστρεπτος
Headword (normalized/stripped):
ανεπιστρεπτος
IDX:
7328
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7329
Key:

Data

{'content': 'without turning round'}