Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πρόγνωσις
προγνώστης
προγνωστικός
προγονικός
προγόνιος
πρόγονος
πρόγραμμα
προγραφή
προγράφω
προγρηγορέω
προγυμνάζω
προγυμνασία
προγύμνασμα
προγυμναστής
προγυμνόω
προδαείς
προδαῆναι
προδανείζω
προδανεισμός
προδανειστής
προδαπανάω
View word page
προγυμνάζω
to exercise
ShortDef
to exercise
Debugging
Headword:
προγυμνάζω
Headword (normalized):
προγυμνάζω
Headword (normalized/stripped):
προγυμναζω
IDX:
73237
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73238
Key:
Data
{'content': 'to exercise'}