Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προγνωρίζω
πρόγνωσις
προγνώστης
προγνωστικός
προγονικός
προγόνιος
πρόγονος
πρόγραμμα
προγραφή
προγράφω
προγρηγορέω
προγυμνάζω
προγυμνασία
προγύμνασμα
προγυμναστής
προγυμνόω
προδαείς
προδαῆναι
προδανείζω
προδανεισμός
προδανειστής
View word page
προγρηγορέω
remain awake first

ShortDef

remain awake first

Debugging

Headword:
προγρηγορέω
Headword (normalized):
προγρηγορέω
Headword (normalized/stripped):
προγρηγορεω
IDX:
73236
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73237
Key:

Data

{'content': 'remain awake first'}