Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προγήθω
προγηράσκω
προγήρως
προγίγνομαι
προγιγνώσκω
προγλυκαίνω
προγλωσσεύομαι
προγλωσσίς
πρόγλωσσος
προγνώμων
προγνωρίζω
πρόγνωσις
προγνώστης
προγνωστικός
προγονικός
προγόνιος
πρόγονος
πρόγραμμα
προγραφή
προγράφω
προγρηγορέω
View word page
προγνωρίζω
apprehend before

ShortDef

apprehend before

Debugging

Headword:
προγνωρίζω
Headword (normalized):
προγνωρίζω
Headword (normalized/stripped):
προγνωριζω
IDX:
73226
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73227
Key:

Data

{'content': 'apprehend before'}