Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προβύω
προβώμιος
προγαμέω
προγαμιαῖος
προγάμιος
πρόγαμος
προγανόω
προγαργαλίζω
προγαστρίδιον
προγαστρίδιος
προγάστωρ
προγελάω
προγένειος
προγενέστερος
προγενής
προγεννάω
προγεννήτειρα
προγεννήτωρ
προγέρων
προγευματίζω
προγεύσιμον
View word page
προγάστωρ
pot-bellied

ShortDef

pot-bellied

Debugging

Headword:
προγάστωρ
Headword (normalized):
προγάστωρ
Headword (normalized/stripped):
προγαστωρ
IDX:
73200
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73201
Key:

Data

{'content': 'pot-bellied'}