Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀγρηνόν
ἀγριαίνω
ἀγριάνθρωπος
ἀγριάς
ἀγριαχράς
ἀγριάω
ἀγρίδιον
ἀγριελαία
ἀγριελάινος
ἀγριέλαιος
ἀγριεύω
ἀγρίζω
ἀγριμαῖος
ἀγριμέλισσα
ἀγριοαππίδιον
ἀγριοβάλανος
ἀγριόβουλος
ἀγριοδαίτης
ἀγριόεις
ἀγριόθυμος
ἀγριοκάναβος
View word page
ἀγριεύω
catch by hunting

ShortDef

catch by hunting

Debugging

Headword:
ἀγριεύω
Headword (normalized):
ἀγριεύω
Headword (normalized/stripped):
αγριευω
IDX:
731
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-732
Key:

Data

{'content': 'catch by hunting'}