Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρόβολος2
προβόσκημα
προβοσκίς
προβοσκός
προβουλεία
προβούλευμα
προβούλευσις
προβουλεύω
προβουλή
προβούλιον
προβουλόπαις
πρόβουλος
προβραχής
πρόβραχυς
προβρέχω
πρόβροτος
προβύω
προβώμιος
προγαμέω
προγαμιαῖος
προγάμιος
View word page
προβουλόπαις
the fore-counselling

ShortDef

the fore-counselling

Debugging

Headword:
προβουλόπαις
Headword (normalized):
προβουλόπαις
Headword (normalized/stripped):
προβουλοπαις
IDX:
73184
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73185
Key:

Data

{'content': 'the fore-counselling'}