Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προβληματώδης
προβλής
προβλητικός
πρόβλητος
προβλήτωρ
προβλώσκω
προβοάω
προβοηθέω
προβόλαιος
προβολεύς
προβολή
προβόλιμος
προβόλιον
πρόβολος
πρόβολος2
προβόσκημα
προβοσκίς
προβοσκός
προβουλεία
προβούλευμα
προβούλευσις
View word page
προβολή
a putting forward

ShortDef

a putting forward

Debugging

Headword:
προβολή
Headword (normalized):
προβολή
Headword (normalized/stripped):
προβολη
IDX:
73170
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73171
Key:

Data

{'content': 'a putting forward'}