Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προβληματουργικός
προβληματώδης
προβλής
προβλητικός
πρόβλητος
προβλήτωρ
προβλώσκω
προβοάω
προβοηθέω
προβόλαιος
προβολεύς
προβολή
προβόλιμος
προβόλιον
πρόβολος
πρόβολος2
προβόσκημα
προβοσκίς
προβοσκός
προβουλεία
προβούλευμα
View word page
προβολεύς
producer, originator

ShortDef

producer, originator

Debugging

Headword:
προβολεύς
Headword (normalized):
προβολεύς
Headword (normalized/stripped):
προβολευς
IDX:
73169
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73170
Key:

Data

{'content': 'producer, originator'}