Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προβατοστάσιον
προβατοτροφία
προβατοτρόφος
προβατοχίτων
προβατώδης
προβαφή
προβάφιον
προβεβαιόω
προβέβουλα
προβεβουλευμένως
πρόβημα
προβιάζομαι
προβιβάζω
προβίβασις
προβιβασμός
προβιβρώσκω
προβιοτή
προβιόω
προβίωτος
προβλαστάνω
προβλάστημα
View word page
πρόβημα
a step forward

ShortDef

a step forward

Debugging

Headword:
πρόβημα
Headword (normalized):
πρόβημα
Headword (normalized/stripped):
προβημα
IDX:
73143
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73144
Key:

Data

{'content': 'a step forward'}