Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προβατεών
προβατικός
προβάτιον
προβατοβοσκός
προβατογνώμων
προβατοδόρας
προβατοθύτης
προβατοκάπηλος
προβατοκόμος
προβατοκτηνοτρόφος
πρόβατον
προβατοπώλης
προβατοστάσιον
προβατοτροφία
προβατοτρόφος
προβατοχίτων
προβατώδης
προβαφή
προβάφιον
προβεβαιόω
προβέβουλα
View word page
πρόβατον
sheep; small cattle

ShortDef

sheep; small cattle

Debugging

Headword:
πρόβατον
Headword (normalized):
πρόβατον
Headword (normalized/stripped):
προβατον
IDX:
73131
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73132
Key:

Data

{'content': 'sheep; small cattle'}