Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προαφικνέομαι
προαφίσταμαι
προαφρίζω
προβάδην
προβαδίζω
προβαθύς
προβαίνω
προβακχήϊος
πρόβακχος
προβαλάνειον
προβαλλός
προβάλλω
προβάπτω
προβαρύνω
προβασανίζω
προβασιλεύω
πρόβασις
προβασκαίνω
προβασκάνιον
προβαστάζω
προβατάγριον
View word page
προβαλλός
shield

ShortDef

shield

Debugging

Headword:
προβαλλός
Headword (normalized):
προβαλλός
Headword (normalized/stripped):
προβαλλος
IDX:
73104
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73105
Key:

Data

{'content': 'shield'}