Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προαφαιρέω
προαφανίζομαι
προαφαυαίνω
προαφέλκω
προαφέψω
προαφηγέομαι
προαφίημι
προαφικνέομαι
προαφίσταμαι
προαφρίζω
προβάδην
προβαδίζω
προβαθύς
προβαίνω
προβακχήϊος
πρόβακχος
προβαλάνειον
προβαλλός
προβάλλω
προβάπτω
προβαρύνω
View word page
προβάδην
as one walks

ShortDef

as one walks

Debugging

Headword:
προβάδην
Headword (normalized):
προβάδην
Headword (normalized/stripped):
προβαδην
IDX:
73097
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73098
Key:

Data

{'content': 'as one walks'}