Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προαρπάζω
προαρτύω
προαρχιερατεύω
προάρχω
προασιτέω
προασκέω
πρόᾳσμα
προασπίζω
προασπιστήρ
προάστειον
προάστειος
προάστιον
προάστιος
προαστίς
προαστίτης
προασφαλίζομαι
προατονέω
προατυχέομαι
προατυχέω
προαυαίνω
προαυδάω
View word page
προάστειος
suburban
ShortDef
suburban
Debugging
Headword:
προάστειος
Headword (normalized):
προάστειος
Headword (normalized/stripped):
προαστειος
IDX:
73070
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73071
Key:
Data
{'content': 'suburban'}