Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προαριστάω
προαριστεύω
προαριστίδιος
προαρμόζω
πρόαρον
προαροτριάω
προαρπάζω
προαρτύω
προαρχιερατεύω
προάρχω
προασιτέω
προασκέω
πρόᾳσμα
προασπίζω
προασπιστήρ
προάστειον
προάστειος
προάστιον
προάστιος
προαστίς
προαστίτης
View word page
προασιτέω
go without food before

ShortDef

go without food before

Debugging

Headword:
προασιτέω
Headword (normalized):
προασιτέω
Headword (normalized/stripped):
προασιτεω
IDX:
73064
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73065
Key:

Data

{'content': 'go without food before'}