Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προαποτάσσομαι
προαποτέλεσμα
προαποτέμνω
προαποτήκω
προαποτίθημι
προαποτίκτω
προαποτρέπομαι
προαποτυγχάνω
προαποφαίνω
προαποφέρω
προαπόφημι
προαποφθέγγομαι
προαποφοιτάω
προαποχράομαι
προαποχωρέω
προάπτω
προαργέω
προαρθρεμβολέω
προαριθμέω
προαριστάω
προαριστεύω
View word page
προαπόφημι
deny before

ShortDef

deny before

Debugging

Headword:
προαπόφημι
Headword (normalized):
προαπόφημι
Headword (normalized/stripped):
προαποφημι
IDX:
73045
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73046
Key:

Data

{'content': 'deny before'}