Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προαποξύω
προαποπαύω
προαποπέμπω
προαποπίπτω
προαποπληρόω
προαποπλύνω
προαποπνέω
προαποπνίγομαι
προαπόπτωτος
προαπορέω
προαπορρίπτω
προαπορρύπτω
προαποσβέννυμαι
προαποσημαίνω
προαποσμήχω
προαποσπάω
προαποσπογγίζω
προαποσταυρόω
προαποστέλλω
προαποστερέω
προαποστρέφομαι
View word page
προαπορρίπτω
throw away before

ShortDef

throw away before

Debugging

Headword:
προαπορρίπτω
Headword (normalized):
προαπορρίπτω
Headword (normalized/stripped):
προαπορριπτω
IDX:
73021
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73022
Key:

Data

{'content': 'throw away before'}