Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνεπίληπτος
ἀνεπίληστος
ἀνεπιλόγιστος
ἀνεπίλυτος
ἀνεπιμέλητος
ἀνεπίμικτος
ἀνεπιμιξία
ἀνεπίμομφος
ἀνεπίμονος
ἀνεπινοησία
ἀνεπινόητος
ἀνεπίξεστος
ἀνεπίπλαστος
ἀνεπίπλεκτος
ἀνεπίπληκτος
ἀνεπιπληξία
ἀνεπιπρόσθητος
ἀνεπίρρεκτος
ἀνεπιρρήτως
ἀνεπισήμαντος
ἀνεπίσκεπτος
View word page
ἀνεπινόητος
unintelligible

ShortDef

unintelligible

Debugging

Headword:
ἀνεπινόητος
Headword (normalized):
ἀνεπινόητος
Headword (normalized/stripped):
ανεπινοητος
IDX:
7301
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7302
Key:

Data

{'content': 'unintelligible'}