Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προαπολεπίζω
προαπολήγω
προαπολιλνώσκω
προαπόλλυμι
προαπολύω
προαπομισθόω
προαπονίπτω
προαπονυχίζω
προαποξηραίνω
προαποξυρέω
προαποξύω
προαποπαύω
προαποπέμπω
προαποπίπτω
προαποπληρόω
προαποπλύνω
προαποπνέω
προαποπνίγομαι
προαπόπτωτος
προαπορέω
προαπορρίπτω
View word page
προαποξύω
scrape off beforehand

ShortDef

scrape off beforehand

Debugging

Headword:
προαποξύω
Headword (normalized):
προαποξύω
Headword (normalized/stripped):
προαποξυω
IDX:
73011
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73012
Key:

Data

{'content': 'scrape off beforehand'}