Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προαπάντημα
προαπάντησις
προαπαντλέω
προαπαφρίζω
προαπειλέω
προάπειμι
προαπεῖπον
προαπελαύνω
προαπέρχομαι
προαπεχθάνομαι
προαπέχω
προαπήχημα
προαπιστέομαι
προαποβάλλω
προαποβάπτω
προαποβρέχω
προαπογεύομαι
προαπογλυκαίνω
προαπογράφομαι
προαποδείκνυμι
προαποδίδωμι
View word page
προαπέχω
receive beforehand

ShortDef

receive beforehand

Debugging

Headword:
προαπέχω
Headword (normalized):
προαπέχω
Headword (normalized/stripped):
προαπεχω
IDX:
72969
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72970
Key:

Data

{'content': 'receive beforehand'}