Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προανίσχω
προανοίγω
προανταναιρέομαι
προανύτω
προανωθέω
προαπαγγέλλω
προαπάγγελμα
προαπαγορεύω
προαπάγω
προαπαίρω
προαπαλείφω
προαπαλλάσσω
προαπαμέλγω
προαπαντάω
προαπάντημα
προαπάντησις
προαπαντλέω
προαπαφρίζω
προαπειλέω
προάπειμι
προαπεῖπον
View word page
προαπαλείφω
strike out first

ShortDef

strike out first

Debugging

Headword:
προαπαλείφω
Headword (normalized):
προαπαλείφω
Headword (normalized/stripped):
προαπαλειφω
IDX:
72955
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72956
Key:

Data

{'content': 'strike out first'}