Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνεπικοινώνητος
ἀνεπικόρριστος
ἀνεπικούρητος
ἀνεπίκριτος
ἀνεπίκρυπτος
ἀνεπικώλυτος
ἀνεπίλειπτος
ἀνεπίληπτος
ἀνεπίληστος
ἀνεπιλόγιστος
ἀνεπίλυτος
ἀνεπιμέλητος
ἀνεπίμικτος
ἀνεπιμιξία
ἀνεπίμομφος
ἀνεπίμονος
ἀνεπινοησία
ἀνεπινόητος
ἀνεπίξεστος
ἀνεπίπλαστος
ἀνεπίπλεκτος
View word page
ἀνεπίλυτος
unbandaged
ShortDef
unbandaged
Debugging
Headword:
ἀνεπίλυτος
Headword (normalized):
ἀνεπίλυτος
Headword (normalized/stripped):
ανεπιλυτος
IDX:
7294
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7295
Key:
Data
{'content': 'unbandaged'}