Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προαναστολή
προαναστομόω
προανατάσσω
προανατείνω
προανατέλλω
προανατέμνω
προανατίθημι
προανατολή
προανατρέχω
προανατρίβω
προανατυπόω
προαναφαίνω
προαναφέρω
προαναφθέγγομαι
προαναφυράω
προαναφυσάω
προαναφωνέω
προαναφώνημα
προαναφώνησις
προαναφωνητικός
προαναχαλάω
View word page
προανατυπόω
design beforehand, prefigure
ShortDef
design beforehand, prefigure
Debugging
Headword:
προανατυπόω
Headword (normalized):
προανατυπόω
Headword (normalized/stripped):
προανατυποω
IDX:
72920
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72921
Key:
Data
{'content': 'design beforehand, prefigure'}