Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προανασείω
προανασκοπέομαι
προαναστέλλω
προαναστολή
προαναστομόω
προανατάσσω
προανατείνω
προανατέλλω
προανατέμνω
προανατίθημι
προανατολή
προανατρέχω
προανατρίβω
προανατυπόω
προαναφαίνω
προαναφέρω
προαναφθέγγομαι
προαναφυράω
προαναφυσάω
προαναφωνέω
προαναφώνημα
View word page
προανατολή
earlier rising

ShortDef

earlier rising

Debugging

Headword:
προανατολή
Headword (normalized):
προανατολή
Headword (normalized/stripped):
προανατολη
IDX:
72917
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72918
Key:

Data

{'content': 'earlier rising'}