Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προαναπνοή
προαναρπάζω
προαναρρήγνυμι
προαναρτάω
προανασείω
προανασκοπέομαι
προαναστέλλω
προαναστολή
προαναστομόω
προανατάσσω
προανατείνω
προανατέλλω
προανατέμνω
προανατίθημι
προανατολή
προανατρέχω
προανατρίβω
προανατυπόω
προαναφαίνω
προαναφέρω
προαναφθέγγομαι
View word page
προανατείνω
hold up in front

ShortDef

hold up in front

Debugging

Headword:
προανατείνω
Headword (normalized):
προανατείνω
Headword (normalized/stripped):
προανατεινω
IDX:
72913
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72914
Key:

Data

{'content': 'hold up in front'}