Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προαναπειράομαι
προαναπέμπω
προαναπηδάω
προαναπίπτω
προαναπλάσσω
προαναπλέω
προαναπληρόω
προαναπνέω
προαναπνοή
προαναρπάζω
προαναρρήγνυμι
προαναρτάω
προανασείω
προανασκοπέομαι
προαναστέλλω
προαναστολή
προαναστομόω
προανατάσσω
προανατείνω
προανατέλλω
προανατέμνω
View word page
προαναρρήγνυμι
cause to burst open before
ShortDef
cause to burst open before
Debugging
Headword:
προαναρρήγνυμι
Headword (normalized):
προαναρρήγνυμι
Headword (normalized/stripped):
προαναρρηγνυμι
IDX:
72905
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72906
Key:
Data
{'content': 'cause to burst open before'}