Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προαναμαλάσσω
προαναμιμνήσκω
προαναξέω
προαναξηραίνω
προαναπαύω
προαναπειράομαι
προαναπέμπω
προαναπηδάω
προαναπίπτω
προαναπλάσσω
προαναπλέω
προαναπληρόω
προαναπνέω
προαναπνοή
προαναρπάζω
προαναρρήγνυμι
προαναρτάω
προανασείω
προανασκοπέομαι
προαναστέλλω
προαναστολή
View word page
προαναπλέω
set sail first

ShortDef

set sail first

Debugging

Headword:
προαναπλέω
Headword (normalized):
προαναπλέω
Headword (normalized/stripped):
προαναπλεω
IDX:
72900
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72901
Key:

Data

{'content': 'set sail first'}