Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προαναβολή
προαναγαργαρίζομαι
προαναγιγνώσκω
προαναγκάζω
προαναγράφω
προαναγυμνάζω
προανάγω
προαναδίδωμι
προαναζέω
προαναζωγραφέω
προαναθερμαίνω
προαναθλίβω
προαναθρέω
προαναθρῴσκω
προαναίρεσις
προαναιρέω
προαναισιμόω
προαναισχυντέω
προανακαθαίρω
προανάκειμαι
προανακεφαλαίωσις
View word page
προαναθερμαίνω
heat up beforehand

ShortDef

heat up beforehand

Debugging

Headword:
προαναθερμαίνω
Headword (normalized):
προαναθερμαίνω
Headword (normalized/stripped):
προαναθερμαινω
IDX:
72861
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72862
Key:

Data

{'content': 'heat up beforehand'}