Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προαμύνομαι
προαναβαίνω
προαναβάλλομαι
προαναβλέπω
προαναβοάω
προαναβολή
προαναγαργαρίζομαι
προαναγιγνώσκω
προαναγκάζω
προαναγράφω
προαναγυμνάζω
προανάγω
προαναδίδωμι
προαναζέω
προαναζωγραφέω
προαναθερμαίνω
προαναθλίβω
προαναθρέω
προαναθρῴσκω
προαναίρεσις
προαναιρέω
View word page
προαναγυμνάζω
exercise before

ShortDef

exercise before

Debugging

Headword:
προαναγυμνάζω
Headword (normalized):
προαναγυμνάζω
Headword (normalized/stripped):
προαναγυμναζω
IDX:
72856
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72857
Key:

Data

{'content': 'exercise before'}