Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρόαιθρον
προαικίζομαι
προαινίσσομαι
προαίρεσις
προαιρετέον
προαιρετέος
προαιρέτης
προαιρετικός
προαιρετός
προαιρέω
προαίρω
προαισθάνομαι
προαίσθησις
προαισυμνάω
προαιτέω
προαιτία
προαιτιάομαι
προαιώνιος
προακμάζω
προακολουθέω
προακονάω
View word page
προαίρω
advance before

ShortDef

advance before

Debugging

Headword:
προαίρω
Headword (normalized):
προαίρω
Headword (normalized/stripped):
προαιρω
IDX:
72820
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72821
Key:

Data

{'content': 'advance before'}