Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προαδικέω
προαδυνατέω
προᾴδω
προαθετέω
προαθρέω
προαθροίζω
προαιδέομαι
πρόαιθρον
προαικίζομαι
προαινίσσομαι
προαίρεσις
προαιρετέον
προαιρετέος
προαιρέτης
προαιρετικός
προαιρετός
προαιρέω
προαίρω
προαισθάνομαι
προαίσθησις
προαισυμνάω
View word page
προαίρεσις
a choosing
ShortDef
a choosing
Debugging
Headword:
προαίρεσις
Headword (normalized):
προαίρεσις
Headword (normalized/stripped):
προαιρεσις
IDX:
72813
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72814
Key:
Data
{'content': 'a choosing'}