Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προαγών
προαγωνίζομαι
προαγώνισμα
προαγωνιστέον
προαγωνιστής
προαδικέω
προαδυνατέω
προᾴδω
προαθετέω
προαθρέω
προαθροίζω
προαιδέομαι
πρόαιθρον
προαικίζομαι
προαινίσσομαι
προαίρεσις
προαιρετέον
προαιρετέος
προαιρέτης
προαιρετικός
προαιρετός
View word page
προαθροίζω
gather

ShortDef

gather

Debugging

Headword:
προαθροίζω
Headword (normalized):
προαθροίζω
Headword (normalized/stripped):
προαθροιζω
IDX:
72808
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72809
Key:

Data

{'content': 'gather'}