Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προαγορευτικός
προαγορεύω
προαγρέω
προαγρυπνέω
προάγω
προαγωγεία
προαγωγεύω
προαγωγή
προαγωγία
προαγωγός
προαγών
προαγωνίζομαι
προαγώνισμα
προαγωνιστέον
προαγωνιστής
προαδικέω
προαδυνατέω
προᾴδω
προαθετέω
προαθρέω
προαθροίζω
View word page
προαγών
a preliminary contest, prelude

ShortDef

a preliminary contest, prelude

Debugging

Headword:
προαγών
Headword (normalized):
προαγών
Headword (normalized/stripped):
προαγων
IDX:
72798
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72799
Key:

Data

{'content': 'a preliminary contest, prelude'}