Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προάγγελσις
προαγκτηριάζω
προάγνευσις
προαγνεύω
προαγνοέω
προάγνυμι
προαγοράζω
προαγορανομέω
προαγοραστής
προαγόρευμα
προαγόρευσις
προαγορευτέον
προαγορευτής
προαγορευτικός
προαγορεύω
προαγρέω
προαγρυπνέω
προάγω
προαγωγεία
προαγωγεύω
προαγωγή
View word page
προαγόρευσις
a stating beforehand

ShortDef

a stating beforehand

Debugging

Headword:
προαγόρευσις
Headword (normalized):
προαγόρευσις
Headword (normalized/stripped):
προαγορευσις
IDX:
72785
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72786
Key:

Data

{'content': 'a stating beforehand'}