Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πρίω
πρίων
πρίων2
πρίωσις
πρό
προαγγελία
προαγγέλλω
προάγγελμα
προάγγελος
προάγγελσις
προαγκτηριάζω
προάγνευσις
προαγνεύω
προαγνοέω
προάγνυμι
προαγοράζω
προαγορανομέω
προαγοραστής
προαγόρευμα
προαγόρευσις
προαγορευτέον
View word page
προαγκτηριάζω
tie with a ligature beforehand
ShortDef
tie with a ligature beforehand
Debugging
Headword:
προαγκτηριάζω
Headword (normalized):
προαγκτηριάζω
Headword (normalized/stripped):
προαγκτηριαζω
IDX:
72776
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72777
Key:
Data
{'content': 'tie with a ligature beforehand'}