Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνεπιδόκητος
ἀνεπίδοτος
ἀνεπιείκεια
ἀνεπιεικής
ἀνεπιζητησία
ἀνεπιζήτητος
ἀνεπίθετος
ἀνεπιθεώρητος
ἀνεπιθόλωτος
ἀνεπιθύμητος
ἀνεπικαλύπτως
ἀνεπίκαυτος
ἀνεπικέλευστος
ἀνεπικινδύνως
ἀνεπικλήρωτος
ἀνεπίκλητος
ἀνεπίκλιτος
ἀνεπίκλυστος
ἀνεπικοινώνητος
ἀνεπικόρριστος
ἀνεπικούρητος
View word page
ἀνεπικαλύπτως
openly

ShortDef

openly

Debugging

Headword:
ἀνεπικαλύπτως
Headword (normalized):
ἀνεπικαλύπτως
Headword (normalized/stripped):
ανεπικαλυπτως
IDX:
7276
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7277
Key:

Data

{'content': 'openly'}