Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πρῖσις
πρῖσμα
πρισματοκαύστης
πρισμός
πριστήρ
πριστηροειδής
πρίστης
πριστικός
πριστινάριος
πρίστις
πριστός
πρίω
πρίων
πρίων2
πρίωσις
πρό
προαγγελία
προαγγέλλω
προάγγελμα
προάγγελος
προάγγελσις
View word page
πριστός
sawn
ShortDef
sawn
Debugging
Headword:
πριστός
Headword (normalized):
πριστός
Headword (normalized/stripped):
πριστος
IDX:
72765
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-72766
Key:
Data
{'content': 'sawn'}